-
1 γενεά
γενεά, ᾶς, ἡ, ion. γενεή, a) Geburt, Abstammung, Abkunft, bes. vornehme Abkunft, edle Geburt; Hom. Iliad. 18, 365 ἔγωγ', ἥ φημι ϑεάων ἔμμεν ἀρίστη, ἀμφότερον, γενεῇ τε καὶ οὕνεκα σὴ παράκοιτις κέκλημαι; 23, 471 Αἰτωλὸς γενεήν; 7, 128 πάντων Ἀργείων ἐρέων γενεήν τε τόκον τε, Homerisch, γενεήν und τόκον stehn παραλλήλως; 6, 211 ταύτης τοι γενεῆς τε καἰ αἵματος εὔχομαι εἶναι, γενεῆς und αἵματος stehn παραλλήλως; 10, 68 πατρόϑεν ἐκ γενεῆς ὀνομάζων ἄνδρα ἕκαστον, παραλλήλως stehn πατρόϑεν und ἐκ γενεῆς, es sind Anreden gemeint wie z.B. vs. 87 ὦ Νέστορ Νηληιάδη; 21, 157 ἐμοὶ γενεὴ ἐξἈξιοῦ, ich stamme vom Axios ab; Odyss. 1, 222 οὐ μέν τοι γενεήν γε ϑεοὶ νώνυμνον ὀπίσσω ϑῆκαν, ἐπεὶ σέ γε τοῖον ἐγείνατο Πηνελόπεια; Iliad. 11, 786 γενεῇ ὑπέρτερος, von vornehmerer Abkunft, s. unten. – Stammort, Odyss. 1, 407 ἐρέσϑαι, ὁππόϑεν οὗτος ἀνήρ, ποίης δ' ἐξ εὔχεται εἶναι γαίης, ποῦ δέ νύ οἱ γενεὴ καὶ πατρὶς ἄρουρα; Iliad. 20, 390 ἐνϑάδε τοι ϑάνατος, γενεὴ δέ τοί ἐστ' ἐπὶ λίμνῃ Γυγαίῃ, ὅϑι τοι τέμενος πατρώιόν ἐστιν; von einem Adler Odyss. 15, 175 ἐλϑὼν ἐξ ὄρεος, ὅϑι οἱ γενεή τε τόκος τε. – In Prosa, τίς ὢν γενεάν Xen. Cyr. 1, 1, 6. – b) Geschlecht, Sippschaft, Familie, Od. 16, 117 Il. 20, 306; 19, 105 τῶν ἀνδρῶν γενεῆς οἵ ϑ' αἵματος ἐξ ἐμεῦ εἰσίν; 15, 141 τῷ σ' αὖ νῠν κέλομαι μεϑέμεν χόλον υἷος ἑῆος· ἤδη γάρ τις τοῦ γε βίην καὶ χεῖρας ἀμείνων ἢ πέφατ' ἢ καὶ ἔπειτα πεφήσεται· ἀργαλέον δὲ πάντων ἀνϑρώπων ῥῦσϑαι γενεήν τε τόκον τε, γενεήν und τόκον παραλλήλως; 21, 187. 191 φῆσϑα σὺ μὲν ποταμοῦ γένος ἔμμεναι εὐρυρέοντος, αὐτὰρ ἐγὼ γενεὴν μεγάλου Διὸς εὔχομαι εἶναι – κρείσσων αὖτε Διὸς γενεὴ ποταμοῖο τέτυκται; 20, 303 ὄφρα μὴ ἄσπερμος γενεὴ καὶ ἄφαντος ὄληται Δαρδάνου. – Oft Pind.; Περσῶν Aesch. Pers. 912; Τιτάνων Eur. Hec. 472; Prosa, ταύτης τῆς γενεᾶς ἐστι Plat. Phil. 66 b; bes. Sp.; γενεὰς ἔχειν, Nachkommen haben, Pol. 20, 6, 6; χρήματα καὶ γενεὰν ἀποδιδόναι, Kinder ausliefern, Plut. Timol. 34; öfter Dion. Hal. – Hom. φύλλων γενεή wie ἀνδρῶν γενεή, das Menschengeschlecht, Il. 6, 146 οἵη περ φύλλων γενεή, τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν; – von Pferden, Iliad. 5, 265. 268 τῆς γάρ τοι γενεῆς, ἧς Τρωί περ εὐρύοπα Ζεὺς δῶχ' υἷος ποινὴν Γανυμήδεος, οὕνεκ' ἄριστοι ἵππων, ὅσσοι ἔασιν ὑπ' ἠῶ τ' ἠέλιόν τε. τῆς γενεῆς ἔκλεψεν ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγχίσης, λάϑρῃ Λαομέδοντος ὑποσχὼν ϑήλεας ἵππους. – Von Menschen, mit ausdrücklicher Beziehung auf die Aehnlichkeit Odyss. 4, 27 ἄνδρε δύω, γενεῇ δὲ Διὸς μεγάλοιο ἔικτον, d. h. sie scheinen von vornehmer Familie zu sein; Iliad. 14, 474 οὐ μέν μοι κακὸς εἴδεται, οὐδὲ κακῶν ἔξ, ἀλλὰ κασίγνητος Ἀντήνορος ἱπποδάμοιο ἢ παῖς· αὐτῷ γὰρ γενεὴν ἄγχιστα ἐῴκει. – c) Geburt, Alter; ὁπλότερος γενεῇ, jünger, der Geburt, dem Alter nach, Odyss. 19, 184; ὁπλότατος γενεῆφιν Iliad. 9, 58; γενεῆφι νεώτατος 14, 112; γενεῇ νεώτατος 7, 153; γενεῆφι νεώτερος 21, 439; πρεσβύτατος γενεῇ 6, 24; γενεῇ προγενέστερος 9, 161; γενεῇ πρότερος 15, 166; hierher zog man irrthümlich auch Iliad. 11, 786 τέκνον ἐμόν, γενεῇ μὲν ὑπέρτερός ἐστιν Ἀχιλλεύς, πρεσβύτερος δὲ σύ ἐσσι· βίῃ δ'ὅ γε πολλὸν ἀμείνων, Scholl. Aristonic. ἡ διπλῆ, ὅτι Ἀρχίλοχος (frgmt. no 27 Bergk Lyr. Gr. ed. 2 p. 542) ὑπερτέραν τὴν νεωτέραν ἐδέξατο· »οἴην Λυκάμβεος παῖδα τὴν ὑπερτέρην« ἀντὶ τοῦ τὴν νεωτέραν. καὶ τὸ ἔτυμον δὲ ἀντιπίπτει· ὁ γὰρ ὑπερέχων κατά τί ἐστιν ὑπέρτερος. καὶ νῠν λέγει, τῷ γένει, τῇ εὐγενείᾳ ὑπερέχει, διὰ τὸ εἶναι ϑεᾶς μητρός· σὺ δὲ πρεσβύτερος εἶ; – ἐκ γενεῆς, von Geburt an, Her. 3, 33. 4, 23; ἀπὸ γενεᾶς Xen. Cyr. 1, 2, 8; Pol. 6, 19, 2 u. Sp. – Auch = Erzeugung, Opp. H. 1, 479. – d) Geschlecht, Menschenalter, als Zeitbestimmung, Iliad. 23, 790 ἐρέω, ὡς ἔτι καὶ νῠν ἀϑάνατοι τιμῶσι παλαιοτέρους ἀνϑρώπους. Αἴας μὲν γὰρ ἐμεῖ' ὀλίγον προγενέστερός ἐστιν, οὗτος δὲ προτέρης γενεῆς προτέρων τ' ἀνϑρώπων· ὠμογέροντα δέ μίν φασ' ἔμμεναι: προτέρης γενεῆς und προτέρων ἀνϑρώπων stehn παραλλήλως; 1, 250 τῷ δ' ἤδη δύο μὲν γενεαὶ μερόπων ἀνϑρώπων ἐφϑίαϑ', οἵ οἱ πρόσϑεν ἅμα τράφεν ἠδ' ἐγένοντο ἐν Πύλῳ ἠγαϑέῃ, μετὰ δὲ τριτάτοισιν ἄνασσεν; Odyss. 14, 325 καί νύ κεν ἐς δεκάτην γενεὴν ἕτερόν γ' ἔτι βόσκοι· τόσσα οἱ ἐν μεγάροις κειμήλια κεῖτο ἄνακτος. Nach Her. 2, 142 betragen 3 Menschenalter 100 Jahre, nach 1, 7 aber machen 22 γενεαί 505 Jahre; nach Heraklit bei Plut. def. or. 11 = 30 Jahre; übh. Zeitalter, ἀνϑρωπηΐη λεγομένη γ., das geschichtliche, im Ggstz des heroischen, mythischen, 3, 122; Thuc. 1, 14; öfter Plat.; ἐπὶ πολλὰς γενεάς Tim. 23 c; übh. für einen größeren Zeitraum, ὑπὸ ξυμφορῶν πολλαῖς γενεαῖς πιεζόμενοι Thuc. 2, 68; ἐπὶ τῆς ἡμετέρας γενεᾶς, zu unserer Zeit, Dion. Hal. 3, 15. – Uebrigens sind wenigstens bei Hom. die hier aufgestellten Bedeutungen durchaus nicht strenge geschieden; es sind vielmehr nur verschiedene Seiten einer einzigen Bedeutung; vgl. z. B. Iliad. 6, 145 sqq Τυδείδη μεγάϑυμε. τίη γενεὴν ἐρεείνεις; οἵη περ φύλλων γενεή, τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν. φύλλα τὰ μέν τ' ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ ϑ' ὕλη τηλεϑόωσα φύει, ἔαρος δ' ἐπιγίγνεται ὥρη· ἃς ἀνδρῶν γενεὴ ἡ μὲν φύει ἡ δ' ἀπολήγει. εἰ δ' ἐϑέλεις καὶ ταῦτα δαήμεναι, ὄφρ' εὖ εἰδῇς ἡμετέρην γενεήν· πολλοὶ δέ μιν ἄνδρες ἴσασιν· ἔστι πόλις Ἐφύρη μυχῷ Ἄργεος ἱπποβότοιο, ἔνϑα δὲ.Σίσυφος ἔσκεν, ὃ κέρδιστος γένετ' ἀνδρῶν, Σίσυφος Αἰολίδης· ὁ δ' ἄρα Γλαῦκον τέκεϑ' υἱόν, αὐτὰρ Γλαῦκος ἔτικτεν ἀμυμονα Βελλεροφόντην κτἑ. Hier erscheint γενεή zuerst in der Bedeutung »Abkunst« oder in der Bdtg »Familie«, dann in der Bdtg »Gattung«, »Menschengeschlecht«, dann in der Bdtg »Generation«, »Menschenalter«, dann in der Bdtg »Stammort«. Der Dichter aber war sich schwerlich dieser seinen Unterscheidungen bewußt.
-
2 ποῖος
ποῖος, ποία, ποῖον, in ion. Prosa κοῖος, κοίη, κοῖον (vgl. ΠΟΣ), wie beschaffen? welch einer? was für einer? das lat. qualis? bei Hom. häufig π οῖόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων, u. ποῖον τὸν μῦϑον ἔειπες, was sprachst du da für ein Wort, gew. mit dem Nebenbegriffe staunender Entrüstung, mehr Ausruf als eigtl. Frage; auch ποῖον ἔειπες, Il. 13, 824 u. sonst, wie ποῖον ἔρεξας, 23, 570; ποίης δ' ἐξ εὔχεται εἶναι γαίης, Od. 1, 406; ποίαν γαῖαν, Pind. P. 4, 97; ποίαις τύχαις, N. 1, 61; ποίῳ τρόπῳ, Aesch. Prom. 765; ποίῳ μόρῳ δὲ τούςδε φὴς ὀλωλέναι; Pers. 438, u. öfter; ἔστιν δὲ ποῖον τοὔπος; Soph. O. R. 89; Eur., Ar. u. in Prosa; mit dem Artikel, τὸν ποῖον; Soph. Phil. 1213; τὸ ποῖον; τὰ ποῖα; O. R. 120 Trach. 78; auch τὰ ποῖα ταῦτα, O. R. 291 u. öfter; vgl. Pors. Eur. Phoen. 719. 892; Elmsl. Ar. Ach. 418. 974 Nubb. 1270; Plat. Theaet. 147 d Soph. 220 e u. öfter, wie τὰ ποῖα δὴ λέγεις, Phil. 13 d, auch τὰ ποῖα δὴ ταῠτα λέγεις; Phaed. 81 e; ὑπὲρ τοῦ ποίου τινὸς δεδιέναι, 78 b; oft mit τίς, was für einer, wie ποῖόν τινα οἴει καρπὸν ϑερίζειν; Phaedr. 260 c. – Gehäuft, ποίαν χρὴ ποίῳ ἀνδρὶ συνοῠσαν ὡς ἀρίστους παῖδας τίκτειν, Theaet. 149 d. – Auch in indirecter Frage, καὶ σὸν διδάξω πατέρα, ποῖα χρὴ λέγειν, Aesch. Suppl. 514; Folgende. – Wie οἷος c. inf. vrbdn, ποῖοί κ' εἶτ' Ὀδυσῆϊ ἀμυνέμεν, Od. 21, 195, s. οἷος. – [Erst sehr späte Dichter brauchen die letzte Sylbe des fem. zuweilen kurz, also ποῖα, s. Jac. A. P. LXV. – Die erste Sylbe wird aber auch bei att. Dichtern nicht selten kurz gebraucht.]
-
3 ποῖος
A of what kind? in Hom. commonly expressing surprise and anger, π. τὸν μῦθον ἔειπες what manner of speech hast thou spoken! Il.1.552, al.; , al.; simply,ποῖον ἔειπες 13.824
, Od.2.85, al.;ποῖον ἔρεξας Il.23.570
; ποῖοί κ' εἶτ' Ὀδυσῆϊ ἀμυνέμεν what sort would ye be to.. ! Od.21.195; in simple questions,ποίῃ.. νηΐ σε ναῦται ἤγαγον; 16.222
;κοίῃ χειρί; Hdt.4.155
, cf. A.Th. 304 (lyr.), etc.; ποῖος οὐ interrog., equiv. to every affirm., Hdt.7.21, S.OT 420, etc.2 freq. in Com. and Prose dialogue, used in repeating a word used by the former speaker, to express scornful surprise, Πρωτέως τάδ' ἐστὶ μέλαθρα. Answ.ποίου Πρωτέως; Ar.Th. 874
, cf. Ach.62, 157, 761, Nu. 367, Pl.Tht. 180b, Grg. 490e, Chrm. 174b: twice in Trag., S. Tr. 427, E.Hel. 567: with Art.,τὰν ποίαν σύριγγα; Theoc.5.5
: abbrev. ποῖ (q.v.).3 with the Art., when the question implies a Noun which is defined by the Art. or the context,τὸ π. εὑρὼν.. φάρμακον; A.Pr. 251
;τὰ π. τρύχη; μῶν ἐν οἷς..; Ar.Ach. 418
; λέγεις δὲ τὴν π. κατάστασιν ὀλιγαρχίαν; Answ. : freq. with the demonstr., ὁ ποῖος οὗτος Λάμαχος; Answ.ὁ δεινός, ὁ ταλαύρινος.. Ar.Ach. 963
, cf. Nu. 1270, Timocl.12.4 (corr. Elmsley): sts. the answer is given more generally, S.OT 120, 291, OC 1415, Ph. 1229: in Prose,τὸ π.; Pl.Sph. 220e
, etc.;τὸ π. δή; Id.Tht. 147d
, Phdr. 279a;τὰ π. ταῦτα; Id.Cra. 395d
, etc.;τῆς π. μερίδος γενέσθαι τὴν πόλιν ἐβούλετ' ἄν; D.18.64
: so also without the Art.,κοῖα ταῦτα λέγεις; Hdt.7.48
; π. Ἐρινὺν τήνδε..; what sort of Fury is this that..? A.Ag. 1119; π. ἐρεῖς τόδ' ἔπος; what sort of word is this that thou wilt speak? S.Ph. 1204 (lyr.), cf. 441, etc.4 ποῖός τις; making the question less definite,κοῖόν μέ τινα νομίζουσι Πέρσαι εἶναι; Hdt.3.34
, cf. S.OC 1163, X.HG4.1.6, etc.: with Art.,τὰ ποῖ' ἄττα; Id.Cyr.3.3.8
, cf. Pl.Sph. 240c.II like ὁποῖος, in indirect questions,διδάξω.. ποῖα χρὴ λέγειν A.Supp. 519
, cf. Pr. 196, S.Ph. 153 (lyr.), etc.; ; οὐκ οἶδα ὁποίᾳ τόλμῃ ἢ ποίοις λόγοις χρώμενος ἐρῶ ib. 414d;εἴρετο.. κοῖός τις δοκέοι ἀνὴρ εἶναι Hdt.3.34
; doubled,ποίαν χρὴ [γυναῖκα] ποίῳ ἀνδρὶ συνοῦσαν τίκτειν Pl.Tht. 149d
.IV simply, what, which? esp. of place or time,ποίης ἐξ εὔχεται εἶναι γαίης; Od.1.406
, cf. Pi.P.4.97;ἐν π. πόλει; Eup.23
D., cf. Alex.267.6;ἐκ ποίας πόλεως σὺ εἶ; LXX 2 Ki.15.2
, cf. 3 Ki.13.12, al., Act.Ap.23.34; ποίᾳ ἄλλῃ (sc. ὁδῷ); by what other way? Ar.Av. 1219 (hence κοίῃ metaph., how? Hdt.1.30); ποίου χρόνου; since what time? A.Ag. 278, cf. E.IA 815 (nisi leg. πόσον); ἀπὸ π. χρόνου; Ar.Av. 920
, UPZ65.7 (ii B.C.);ἀπὸ ποίου ἔτους PAmh.2.68.7
(i A.D.);ποίᾳ ἡμέρᾳ; Ev.Matt.24.42
, cf. Hyp.Epit.31, Arist.Cat. 5a20,22, SIG 826 Eii28 (Delph., ii B.C.), IG5(1).1390.113 (Andania, i B.C.), PUniv.Giss.20.18 (ii A.D.); φυλᾶς ἑλομένοις ἑκάστου ( = -ῳ) ποίας κε βέλλειτει ( ἧστινος ἂν βούληται, sc. εἶναι) IG9(2).517.20 (Larissa, iii B.C.);ποίας φυλῆς ἐστι LXXTo.5.8
; π., = quis, Gloss.V = πότερος, An.Ox.1.284.
Перевод: со всех языков на все языки
со всех языков на все языки- Со всех языков на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий